Ο Σεΐχης Αχμαντ-έ Τζαμί, γνωστός ως «ο κολοσσιαίος ελέφαντας» (Ζαντέ Πιλ), ήταν ποιητής και λόγιος του 15ου αιώνα. Γεννήθηκε στις 23 Σα’μπάν[1] 817 (έτος Εγίρας) στο Χαρ Γκερντ, ένα χωριό στην κεντρική περιφέρεια της κομητείας Χαφ, στην επαρχία Ραζαβί Χορασάν.
Όταν ήταν 13 ετών, αυτός και ο πατέρας του, Αχμάντ Ιμπν Μουχαμμάντ αλ-Νταστί, ο οποίος ήταν ένας από τους ευγενείς του Τζαμ, πήγαν στην πόλη Χεράτ ώστε ο Αχμαντ-έ Τζαμί να σπουδάσει υπό την επίβλεψη επιστημόνων και μελετητών. Αφού μελέτησε τις επιστήμες της εποχής του σε επιστημονικά κέντρα στις πόλεις Χεράτ και Σαμαρκάνδη, έγινε μέλος του Νακσμπάντι στο Χεράτ. Αυτό το μέτριο πνευματικό τάγμα ιδρύθηκε από τον Χατζέ Μπαχα-ουντ-Ντιν Νακσμπάντ Μπουχαρί και αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Τιμουρίδων. Οι πρεσβύτεροι της Νακσμπαντίγια ακολούθησαν σοβαρά τον ισλαμικό νόμο και τα χαντίθ. Ήταν οι Σούφι εκείνοι που ήταν αντίθετοι σε οποιεσδήποτε νέες ερμηνείες ή αλλαγές στη θρησκεία ή τη σαρία. Κάποιοι θεωρούσαν τον Τζαμί ως τον πιο εύγλωττο συγγραφέα μετά τον Χαφέζ. Στην περσική πεζογραφία και ποίηση, είναι ο μεγαλύτερος και ο τελευταίος ποιητής Σούφι κατά τον 15ο αιώνα μ.Χ., του οποίου η γνώση και η σοφία εξαπλώθηκαν όχι μόνο στο Χορασάν, αλλά και σε όλες τις χώρες με ομιλητές της περσικής γλώσσας, από την Ινδία και το Αφγανιστάν μέχρι τη Μικρά Ασία.
Έχει πολλά γραπτά και βιβλία όπως το Ντιβάν (συλλογή ποιημάτων), το έργο του “Πνοές της συναναστροφής”, το έργο “Διακριτικά σημάδια της προφητείας” και άλλα πολλά. Ο Τζαμί αφιέρωσε μερικά από τα έργα του στον σουλτάνο Χουσάιν Μπαϊγκαρά και στον σουλτάνο Για’κούμπ Αγκ Γκογιουνλού.
Ακολούθησε το ύφος του Σααντί και του Χαφέζ στο “Μασναβί” και εμπνεύστηκε από τους Ιρακινούς ποιητές στα Γαζάλ[2] και τα Κασιντά[3]. Οι επιστολές και οι αλληλογραφίες του είναι σημαντικές για την ιστορία. Σε αυτές τις επιστολές, το κοινό του είναι οι εξέχοντες βασιλιάδες ή σουλτάνοι και διάσημοι λόγιοι, όπως ο Σουλτάνος Χουσεΐν Μπαϊκάρα, ο Μεχμέτ ο Πορθητής ή ο Μιρ Αλί-Σιρ Ναβάι (ο βεζίρης). Η μελέτη αυτών των επιστολών καταδεικνύει ότι σκοπός του που τις έγραψε ήταν να λύσει τα προβλήματα των ανθρώπων καθώς τον θεωρούσαν συμπαθούντα και προστάτη τους. Είναι γνωστός ως “Τζαμί” λόγω της γενέτειράς του και της ειλικρίνειας του προς τον Σείχ αλ-Ισλάμ Αχμάντ Τζαμί.
Πέθανε στις 18 Μουχαράμ[4] του 898 (έτος Εγίρας) σε ηλικία 81 ετών και ετάφη στην πόλη Χεράτ. Ο τάφος του είναι γνωστός ως Ταχτ-έ Μαζάρ.
[1] Όγδοος μήνας του ισλαμικού ημερολογίου. Ονομάζεται μήνας του «χωρισμού», καθώς η λέξη σημαίνει «διασκορπίζω» ή «χωρίζω» γιατί οι ειδωλολάτρες Άραβες διασκορπίζονταν αναζητώντας νερό. Ο Σα’μπάν είναι ο τελευταίος σεληνιακός μήνας πριν από το Ραμαζάνι, και έτσι οι μουσουλμάνοι καθορίζουν σε αυτόν πότε θα είναι η πρώτη ημέρα του νηστείας του Ραμαζανιού.
[2] Το γαζάλ είναι μια μορφή ερωτικού ποιήματος ή ωδής, που προέρχεται από την αραβική ποίηση. Τα γαζάλ συχνά ασχολούνται με θέματα πνευματικής και ρομαντικής αγάπης και μπορεί να θεωρηθούν ως μια ποιητική έκφραση τόσο του πόνου της απώλειας ή του χωρισμού από την αγαπημένη όσο και της ομορφιάς της αγάπης παρά αυτόν τον πόνο.
[3] Αρχαία αραβική λέξη και μορφή ποίησης, που συχνά μεταφράζεται ως ωδή και η οποία πέρασε σε άλλους πολιτισμούς μετά την αραβική μουσουλμανική επέκταση.
[4]Ο Μουχαράμ είναι ο πρώτος μήνας του ισλαμικού ημερολογίου. Είναι ένας από τους τέσσερις ιερούς μήνες του χρόνου που απαγορεύεται ο πόλεμος. Θεωρείται ότι είναι ο δεύτερος ιερότερος μήνας μετά το Ραμαζάνι.