Bijar
Το Bījār είναι πόλη και πρωτεύουσα της κομητείας Bijar, στην επαρχία του Κουρδιστάν, στο Ιράν. Κατά την απογραφή του 2011, ο πληθυσμός του ήταν 47.926 κάτοικοι. Η πόλη αυτή αξίζει να αναφερθεί, πως κατοικείται κυρίως από Κούρδους, οι οποίοι μιλούν νότια Κουρδικά, ενώ μια σημαντική μειονότητα μιλάει και Σοράνι (είναι μια κουρδική διάλεκτος ή αλλιώς μια γλώσσα που ομιλείται στο Ιράκ, κυρίως στο Ιρακινό Κουρδιστάν, καθώς και στις επαρχίες Κουρδιστάν, Κερμάνσα και Δυτικό Αζερμπαϊτζάν στο δυτικό Ιράν).
Εξαιτίας του υψόμετρου του το οποίο ανέρχεται στα 1.940 μέτρα, το Bijar ονομάστηκε Στέγη του Ιράν.
Ιστορικά, το Bijar ήταν μέρος της διοικητικής μονάδας του Garrus. Πριν από τη δημιουργία της επαρχίας Ζαντζάν από το καθεστώς Παχλαβί (μετά τον Α ‘Παγκόσμιο Πόλεμο), η ευρύτερη περιοχή του Γκαρρούς κάλυπτε το Σουχρεβάρντ, τη γενέτειρα του Σαχάμπ αλ-Ντιν Σουχρεουράντι, του διάσημου Πέρση φιλοσόφου του διαφωτισμού.
Η πόλη αναφέρθηκε τον 15ο αιώνα ως χωριό που ανήκε στον Σαχ Ισμαήλ, τον πρώτο ηγεμόνα της δυναστείας των Σαφαβιδών. Το Bijar μετέπειτα μετατράπηκε σε πόλη και αυτό έλαβε χώρα κατά τον 19ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου δεν μπορεί να μην σημειωθεί, πως πολιορκήθηκε και καταλήφθηκε από ρωσικά, βρετανικά αλλά και οθωμανικά στρατεύματα, τα οποία, με τη βοήθεια του λιμού του 1918, μείωσαν στο μισό τον προπολεμικό πληθυσμό των 20.000 ατόμων.
Το ιστορικό φρούριο Qam Cheqay (το οποίο βρίσκεται στα 45 χλμ. βορειοανατολικά του Μπιτζάρ) χρονολογείται πιθανότατα από την εποχή των Μεσσίων και είναι το παλαιότερο κάστρο στην επαρχία του Κουρδιστάν. Το κάστρο είχε χρησιμοποιηθεί μέχρι και την εποχή των Σασσανιδών και αποτελεί αν μη τι άλλο ένα παράδειγμα της αρχαίας αρχιτεκτονικής του Κουρδιστάν.
Ένα άλλο ιστορικό κτήριο, το Emamzadeh Aqil, το οποίο βρίσκεται στο Hasan Abad (Yasukand) 45 χλμ ανατολικά του Bijar, είναι ένα από τα υπόλοιπα κτίρια των Σελτζούκων. Αυτό το κτίριο έχει σχήμα τετράγωνο με τσακισμένο τρούλο και φιλοξενεί ισλαμικά θρησκευτικά κείμενα γραμμένα σε κουφική γραφή (Παλαιά αραβική γραφή που έχει πάρει το όνομά της από την πόλη Κούφα, όπου καλλιγραφήθηκαν τα πρώτα αντίτυπα του Κορανίου. Απομίμηση των στοιχείων της χρησιμοποιήθηκαν ως διακοσμητικά μοτίβα στις εξωτερικές όψεις των βυζαντινών εκκλησιών και στη βυζαντινή κεραμική).
Κατά τη διάρκεια της εισβολής των Μογγόλων στο Ιράν τον 13ο αιώνα, ο Τζένκινς Χαν (1162–1227) κατέλαβε το Μπιτζάρ και έκτισε το Κάστρο Τζένκινς κοντά στην πόλη, το οποίο δεν είναι πλέον παρα ένα ερείπιο στο δρόμο Bijar — Sanandaj.
Το παζάρι του Bijar, με τον μοναδικό του σχεδιασμό, είναι ένα από τα αξιοθέατα της πόλης. Το σκεπαστό παζάρι που χτίστηκε την εποχή του Qajar είναι πολύ νεότερο από το παλιό παζάρι της εποχής των Safavid στο Sanandaj, την πρωτεύουσα του Κουρδιστάν. Το παζάρι του Bijar αποτελείται από ένα κύριο βόρειο-νότιο σκεπαστό μονοπάτι, ένα ανατολικό τμήμα (Timcheh-e Haj Shahbaz) και ένα δυτικό τμήμα (Timcheh-e Amir Toman).
Τα αξιοθέατα στο Bijar
Το κάστρο Qamchqay
Το κάστρο Qamchqay βρίσκεται εξήντα περίπου χιλιόμετρα βόρεια της επαρχίας Kordestan, σε ένα ψηλό βουνό, με θέα την κοιλάδα των Βασιλέων βόρεια του χωριού Qamchqay, στην περιοχή Karani και μέσα στην προστατευόμενη περιοχή του Bijar.
Το κάστρο Qamchqay του Bijar έχει ένα πέτρινο ανάγλυφο σε ιερατικό σύστημα γραφής. Το Hiratic είναι το ίδιο σύστημα που γράφτηκε μετά το Ιερογλυφικό στην ιστορία. Εικάζεται ότι οι πρώτοι ιδρυτές του κάστρου Qamchqay ήταν οι αρχαίοι Σουμέριοι (Οι Σουμέριοι ήταν αρχαίος λαός ο οποίος εμφανίστηκε στη περιοχή της Μεσοποταμίας μεταξύ 6000 και 4000 π.Χ. και ονόμαζαν τους εαυτούς τους Ελ-ε-γκιρ (οι άνθρωποι με το μαύρο κεφάλι). Οι Σουμέριοι βρίσκονταν στο απόγειο της ακμής τους περίπου μεταξύ του 3000 και 1500 π.Χ. Η κυριότερη εποχή ακμής ήταν κατά την περίοδο βασιλείας του Χαμουραμπί ( 1730 – 1695 π.Χ.), του οποίου το όνομα φέρει η πιο αρχαία γραπτή νομοθεσία που σώθηκε χαραγμένη σε μια πέτρινη στήλη, ο Κώδικας του Χαμουραμπί. Σουμέριους τους ονόμασαν οι Ακκάδες για να ορίσουν γεωγραφικά τη περιοχή. Αυτό τον καιρό υπάρχει η θεωρία ότι ήρθαν από τη περιοχή του Αφγανιστάν ή άλλη ορεινή χώρα επειδή στα ανάγλυφα τους εμφανίζουν τους θεούς τους πάνω στα βουνά. Η θεωρία συνεχίζει λέγοντας ότι οι ναοί τους-τα ζιγκουράτ- γίνονταν πάνω σε τεχνητούς βαθμιδωτούς λόφους, μιμούμενοι τα βουνά της παλιάς πατρίδας τους. Βέβαια άλλος λόγος θα μπορούσε να είναι και η προστασία του ναού από τις πλημμύρες οι οποίες κατέστρεφαν τα πρώτα πλίνθινα ιερά που χτίστηκαν σε παραποτάμιες περιοχές. Θεωρούνται οι πρώτοι κάτοικοι του Σουμέρ (ή αλλιώς Σουμερίας), μιας περιοχής στη νότια Μεσοποταμία που εκτείνεται μεταξύ του Τίγρη, του Ευφράτη και του Περσικού Κόλπου. Οι Σουμέριοι αργότερα απορροφήθηκαν από τον Βαβυλωνιακό πολιτισμό που αναπτύχθηκε και αυτός στη νότια Μεσοποταμία.)
Παρόλο που το κάστρο Qamchqay έχει ιστορικά σημάδια από χίλια χρόνια π.Χ., από δυναστείες των Σασσανιδών, καθώς και από δυναστείες των Σελτζούκων και των Ilkhanate, μερικοί από τους ειδικούς πιστεύουν ότι η βασική δομή του κάστρου ανάγεται σε δύο χιλιάδες πεντακόσια έως δύο χιλιάδες χρόνια π.Χ.
Το κάστρο Qamchqay ήταν λειτουργικό κατά τη διάρκεια της Παρθικής Αυτοκρατορίας και της δυναστείας των Σασσανιδών. Αυτή η λειτουργία κράτησε μέχρι και την επίθεση του Ηράκλειου, του Ρωμαίου Αυτοκράτορα, στον Ναό Azargoshnasp στο Takht-e Soleymān εκατό χιλιόμετρα βόρεια του Κάστρου Qamchqay, μετά την οποία καταστράφηκε.
Το κάστρο Qamchqay δε μπορεί να μην αναφερθεί πως απλώνεται σε περισσότερα από πέντε χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα και τα τείχη του έχουν ύψος έως και διακόσια μέτρα. Αυτό το κάστρο οδηγεί στην κοιλάδα από τρεις πλευρές και ήταν προστατευμένο από τα ύψη. Χρειαζόταν προστασία μόνο στη βόρεια πλευρά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο παραμένουν στα βόρεια σημάδια ενός πλατύ και τραχύ τοίχου από πέτρα και μπάζα με τάφρο και κονίαμα με ημικύλινδρους πύργους ως οδηγούς. Η μέθοδος κατασκευής αυτών των δομών ταιριάζει με αυτές του Azargoshnasp. Η πύλη εισόδου του κάστρου βρίσκεται επίσης στα βόρεια.
Στα πόδια της τάφρου των ερειπίων που απομένουν από τα αμυντικά τείχη στα βόρεια, υπάρχουν και άλλα τείχη από τους μεσαίους αιώνες τα οποία απλώνονται στα κοίτη του ποταμού. Το υπόγειο καταφύγιο του κάστρου Qamchqay δεν μπορεί να μην σημειωθεί πως ήταν τόσο βαθύ όσο σαράντα ένα βήματα. Το μόνο μονοπάτι που συνδέει το κάστρο με το εξωτερικό περιβάλλον είναι μόνο ένα μικρό στενό μονοπάτι. Υπάρχει επίσης και ένα Ab Anbar ή αλλιώς μια παραδοσιακή δεξαμενή νερού μέσα στο Κάστρο Qamchqay για την οποία έχει κατασκευαστεί ένας διάδρομος που οδηγεί σε αυτήν. Αυτή η δομή ταιριάζει επίσης και με το Ab Anbar του Ναού Azargoshnasp στο Takab.
Τέλος, πρέπει να αναφερθεί, πως δεν είναι καθόλου εύκολη η πρόσβαση σε αυτό το κάστρο και ένας τοπικός οδηγός είναι απαραίτητος για να φτάσει κανείς σε αυτό. Ωστόσο, η βαθιά κοιλάδα αλλά και η στροφή της, δίπλα στο κάστρο Qamchqay δημιουργεί μια εξαιρετική και υπέροχη θέα.